resto
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- resto < restaurant
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
resto | restos |
resto (fr) αρσενικό
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- resto < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | resto | restoj |
αιτιατική | reston | restojn |
resto (eo)
- το υπόλοιπο