rejeton
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- rejeton < rejeter
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
rejeton | rejetons |
rejeton (fr) αρσενικό
- το βλαστάρι
- (μεταφορικά) ο απόγονος
- (ειδικότερα) (οικείο) ο γιος, το αγόρι
ενικός | πληθυντικός |
rejeton | rejetons |
rejeton (fr) αρσενικό