rapid
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | rapid |
συγκριτικός | rapider / more rapid |
υπερθετικός | rapidest / most rapid |
Επίθετο
επεξεργασίαrapid (en)
παραθετικά | |
θετικός | rapid |
συγκριτικός | rapider / more rapid |
υπερθετικός | rapidest / most rapid |
rapid (en)