Επίθετο

επεξεργασία
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό qualificatif qualificatifs
θηλυκό qualificative qualificatives

qualificatif (fr)

  1. που εκφράζει την ποιότητα
    (γραμματική) Adjectif qualificatif. Κοσμητικό επίθετο.
    L'adjectif peut être attribut ou épithète. (Διαφορετικές ονομασίες ανάλογα με τη σύνταξη του επιθέτου.)
  2. (αθλητισμός) προκριματικός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
qualificatif qualificatifs

qualificatif (fr)

Συγγενικά

επεξεργασία