Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας pierce
γ΄ ενικό ενεστώτα pierces
αόριστος pierced
παθητική μετοχή pierced
ενεργητική μετοχή piercing

  Ρήμα επεξεργασία

pierce (en)

  Πηγές επεξεργασία