persicum
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαpersicum ουδέτερο
Κλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | persicum | persica |
γενική | persicī | persicōrum |
δοτική | persicō | persicīs |
αιτιατική | persicum | persica |
κλητική | persicum | persica |
αφαιρετική | persicō | persicīs |
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαpersicum