• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

pedo

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ίντο (io)
    • 1.1 Ουσιαστικό
  • 2 Λατινικά (la)
    • 2.1 Ετυμολογία
    • 2.2 Ουσιαστικό
      • 2.2.1 Κλίση

Ίντο (io)

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

pedo (io)

  • το (ανθρώπινο) πόδι



Λατινικά (la)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
pedo < pes < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *pṓds

Ουσιαστικό

επεξεργασία

pedo αρσενικό

  • υστερολατινική πεζικάριος

Κλίση

επεξεργασία
αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική pedo pedonēs
γενική pedonis pedonum
δοτική pedonī pedonibus
αιτιατική pedonem pedonēs
κλητική pedo pedonēs
αφαιρετική pedone pedonibus
(γ' κλίση)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=pedo&oldid=7141497"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Μαΐου 2025, στις 21:14

Γλώσσες

    • Brezhoneg
    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Euskara
    • Suomi
    • Français
    • Galego
    • עברית
    • Magyar
    • Ido
    • 한국어
    • Kurdî
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Nederlands
    • Occitan
    • Polski
    • Português
    • Русский
    • Sängö
    • Svenska
    • Volapük
    • 閩南語 / Bân-lâm-gú
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Μαΐου 2025, στις 21:14.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας