• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

marshmallow

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Άλλες μορφές

Αγγλικά (en)

επεξεργασία
(1)
(2)

Ετυμολογία

επεξεργασία
marshmallow < marsh +‎ mallow (αγγλοσαξονικά merscmealwe)

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /mɑːʃˈmæləʊ/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

marshmallow (en)

  1. (φυτό) αλθαία (Althaea officinalis), δενδρομολόχα
  2. (γλυκό) είδος ζαχαρωτού από ζάχαρη, σιρόπι καλαμποκιού, αραβικό κόμμι και αρωματικές ουσίες
  3. (γλυκό) σπογγώδεις ζαχαρωτό, ζελεδάκι, λουκουμάκι (σπογγώδες κι όχι όσο γλυκό όσο το τουρκικό)
  4. (μεταφορικά) ήπιος, καλοκάγαθος

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • marsh mallow
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=marshmallow&oldid=5640938"
Τελευταία επεξεργασία στις 18 Δεκεμβρίου 2022, στις 01:51

Γλώσσες

    • Čeština
    • Cymraeg
    • English
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Frysk
    • Magyar
    • Ido
    • Italiano
    • 한국어
    • Kurdî
    • Malagasy
    • မြန်မာဘာသာ
    • Nederlands
    • Polski
    • Português
    • Русский
    • Simple English
    • தமிழ்
    • ไทย
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 18 Δεκεμβρίου 2022, στις 01:51.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας