Ετυμολογία

επεξεργασία
malfunction < mal- + function

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
malfunction malfunctions

malfunction (en)

ενεστώτας malfunction
γ΄ ενικό ενεστώτα malfunctions
αόριστος malfunctioned
παθητική μετοχή malfunctioned
ενεργητική μετοχή malfunctioning

malfunction (en)