logo
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
logo | logos |
Ουσιαστικό επεξεργασία
logo (en)
- (μετρήσιμο) το λογότυπο, το σήμα, ένα τυπωμένο σχέδιο ή σύμβολο που μια εταιρεία ή ένας οργανισμός χρησιμοποιεί ως ειδικό σήμα
- ↪ school/soccer logo - σχολικό/ποδοσφαιρικό σήμα
Πηγές επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
logo | logos |
Ουσιαστικό επεξεργασία
logo (fr) αρσενικό
Πορτογαλικά (pt) επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
logo (pt)