• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

indolent

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Επίθετο
  • 2 Γαλλικά (fr)
    • 2.1 Επίθετο

Αγγλικά (en)

επεξεργασία

Επίθετο

επεξεργασία

indolent (en)

  • νωθρός, νωχελικός



Γαλλικά (fr)

επεξεργασία
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό indolent indolents
θηλυκό indolente indolentes

Επίθετο

επεξεργασία

indolent (fr)

  1. (παρωχημένο) που δεν υποφέρει
    ≠ αντώνυμα: dolent
  2. (παρωχημένο) που δεν κάνει τους άλλους να υποφέρουν
  3. (παρωχημένο) αναίσθητος, αδιάφορος
  4. νωθρός, νωχελικός, νωχελής
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=indolent&oldid=6712968"
Τελευταία επεξεργασία στις 22 Απριλίου 2024, στις 19:11

Γλώσσες

    • العربية
    • Català
    • Deutsch
    • English
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Bahasa Indonesia
    • Ido
    • 日本語
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Kurdî
    • Кыргызча
    • Malagasy
    • മലയാളം
    • မြန်မာဘာသာ
    • Nederlands
    • Norsk
    • Occitan
    • Oromoo
    • Polski
    • Română
    • Русский
    • Simple English
    • Svenska
    • தமிழ்
    • తెలుగు
    • اردو
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 22 Απριλίου 2024, στις 19:11.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας