hurlant
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- hurlant < hurler
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | hurlant | hurlants |
θηλυκό | hurlante | hurlantes |
hurlant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | hurlant | hurlants |
θηλυκό | hurlante | hurlantes |
hurlant (fr)