fulgur
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- fulgur < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
fulgur (la) ουδέτερο
Κλίση επεξεργασία
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fulgur | fulgŭră |
γενική | fulgŭris | fulgŭrum |
δοτική | fulgŭrī | fulgŭrĭbus |
αιτιατική | fulgur | fulgŭră |
κλητική | fulgur | fulgŭră |
αφαιρετική | fulgŭre | fulgŭrĭbus |
Πηγές επεξεργασία
- fulgur - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.