flip
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
flip | flips |
flip (en)
Παράγωγα
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαενεστώτας | flip |
γ΄ ενικό ενεστώτα | flips |
αόριστος | flipped |
παθητική μετοχή | flipped |
ενεργητική μετοχή | flipping |
flip (en)
- στρίβω
- (μεταβατικό) πετάω νόμισμα
Πηγές
επεξεργασία- flip - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 697. ISBN 9780194325684., λήμμα: πετώ