Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
examination
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
Επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
examination
examinations
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
examination
(en)
η
εξέταση
(
αρχαιοπρεπές: η
βάσανος
)
η
ιατρική
εξέταση
η γραπτή ή προφορική
εξέταση
(για να διαπιστωθούν οι γνώσεις του εξεταζομένου) →
δείτε
και
τη λέξη
τεστ