drachma
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαdrachma (en)
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαdrachma (la)
Κλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | drachma | drachmae |
γενική | drachmae | drachmārum |
δοτική | drachmae | drachmīs |
αιτιατική | drachmam | drachmās |
κλητική | drachma | drachmae |
αφαιρετική | drachmā | drachmīs |
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαdrachma (pl)