download
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˌdaʊnˈləʊd/ (ΗΒ)
- ΔΦΑ : /ˈdaʊnˌloʊd/ (ΗΠΑ)
Ρήμα επεξεργασία
download (en)
- (πληροφορική) κατεβάζω, καταφορτώνω [1] αρχείο, αντιγράφω αρχείο από έναν απομακρυσμένο υπολογιστή (διακομιστή) στον τοπικό υπολογιστή
Αντώνυμα επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
download | downloads |
download (en)
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΛΟΤ/ΤΕ48/ΟΕ1 “Ορολογία Πληροφορικής”, σελ. 3. Προσπέλαση 2020-06-19.