Επίθετο

επεξεργασία
παραθετικά
θετικός distracting
συγκριτικός more distracting
υπερθετικός most distracting

distracting (en)

  • που αποσπά την προσοχή, συνήθως με ενοχλητικό τρόπο
    ⮡  It’s a very distracting noise.
    Είναι ένας θόρυβος που αποσπά πολύ την προσοχή.

  Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

distracting (en)