débiteur
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | débitteur | débitteurs |
θηλυκό | débittrice | débittrices |
débiteur (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | débitteur | débitteurs |
θηλυκό | débittrice | débittrices |
débiteur (fr)