• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

crevasse

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συνώνυμα
      • 1.3.2 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.3 Δείτε επίσης

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

crevasse < δημώδης λατινική °crepacia < crepare

  ΠροφοράΕπεξεργασία

  (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
crevasse crevasses

crevasse (fr) θηλυκό

  1. η χαράδρα, η σχισμή του εδάφους
  2. (ειδικότερα) η χαράδρα ενός παγετώνα

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • anfractuosité
  • cassure
  • craquelure
  • faille
  • fente
  • fissure
  • lézarde

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • crevasser

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • crever
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=crevasse&oldid=5246322"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Σεπτεμβρίου 2021, στις 17:54
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Σεπτεμβρίου 2021, στις 17:54.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie