contrary
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | contrary |
συγκριτικός | more contrary |
υπερθετικός | most contrary |
contrary (en)
- (contrary to) αντίθετος προς, αντίθετα από, διαφορετικό από κάτι ή ενάντια σε κάτι
- ↪ contrary to our expectations - αντίθετο προς τις προσδοκίες μας
- ↪ It is contrary to our aims.
- Είναι αντίθετο προς τις επιδιώξεις μας.
- ↪ Contrary to what you believe…
- Αντίθετα από ό,τι πιστεύεις…
- αντίθετος, εντελώς διαφορετική φύση ή κατεύθυνση
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcontrary (en) (μόνο ενικός)
- (the contrary) το αντίθετο
- ↪ evidence for/of the contrary - απόδειξη για το αντίθετο/περί του αντιθέτου
Εκφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- contrary (adjective) - Oxford Learner's Dictionaries
- contrary (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 77, 93. ISBN 9780194325684., λήμμα: αντίθετος, απεναντίας