Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
conduite
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
conduite
conduites
conduite
(fr)
θηλυκό
η
συμπεριφορά
, το
φέρσιμο
, η
διαγωγή
η
οδήγηση
, το
οδήγημα
ο
σωλήνας
, ο
αγωγός
Συγγενικά
επεξεργασία
conductance
conducteur
-
conductrice
conductibilité
conduction
conductivité
conduire
conduit
conduite