bullet
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
bullet | bullets |
bullet (en)
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- bullet στην αγγλική Βικιπαίδεια
ενικός | πληθυντικός |
bullet | bullets |
bullet (en)