Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
bubbly
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά
(en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.3
Ουσιαστικό
1.4
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
bubbly
<
bubble
+
-ly
Επίθετο
επεξεργασία
παραθετικά
θετικός
bubbly
συγκριτικός
bubblier
υπερθετικός
bubbliest
bubbly
(en)
αφρώδης
,
σαμπανιζέ
⮡
a
bubbly
wine
-
αφρώδης
οίνος
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη
λέξη
fizzy
(
ανεπίσημο
)
ζωηρός
, για ένα άτομο που είναι πάντα χαρούμενο, φιλικό και ενθουσιώδες
⮡
a
bubbly
personality
-
ζωηρή
προσωπικότητα
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη
λέξη
lively
Ουσιαστικό
επεξεργασία
bubbly
(en)
(
μη
μετρήσιμο
)
(
ανεπίσημο
)
η
σαμπάνια
Πηγές
επεξεργασία
bubbly (adjective)
-
Oxford Learner's Dictionaries
bubbly (noun)
-
Oxford Learner's Dictionaries