bravoure
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- bravoure < (άμεσο δάνειο) ιταλική bravura
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
bravoure | bravoures |
bravoure (fr) θηλυκό
- η ανδρεία, η γενναιότητα, η λεβεντιά
Συνώνυμα
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη brave