blame game
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
blame game | blame games |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /bleɪm ɡeɪm/
- ⓘ
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαblame game (en)
- (ιδιωματικό, ανεπίσημο) κατάσταση στην οποία ένα άτομο προσπαθεί να κατηγορήσει κάποιον άλλο αντί να προσπαθήσει να επιλύσει ένα πρόβλημα