bigarré
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- bigarré < → δείτε τη λέξη bigarrer
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bigarré | bigarrés |
θηλυκό | bigarrée | bigarrées |
bigarré (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bigarré | bigarrés |
θηλυκό | bigarrée | bigarrées |
bigarré (fr)