Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
bande bandes

bande (fr) θηλυκό

  1. η μπάντα, η ομάδα, το τσούρμο, το μπουλούκι
  2. η φανφάρα
  3. η ταινία
  4. η λωρίδα
  5. ο επίδεσμος
  6. (εραλδική) η τιμητική λωρίδα ενός οικοσήμου, ανάμεσα στη δεξιά γωνία της κεφαλής έως την αριστερή γωνία της αιχμής
  7. η συμμορία
  8. η σπόντα