Επίρρημα

επεξεργασία

along (en) (χωρίς παραθετικά)

  1. προς τα εμπρός
    ⮡  He ran along.
    Έτρεξε εμπρός.
    ⮡  Move along please, don’t block the traffic.
    Προχωρήστε (εμπρός) παρακαλώ, μην εμποδίζετε την κυκλοφορία.
     συνώνυμα: forward
  2. μαζί, συνοδεύω κάποιον
    ⮡  Come along (with me).
    Έλα μαζί μου.
    ⮡  I will come along with you for a bit.
    Θα σε συνοδεύω λίγο.
  3. πηγαίνω καλά, καλυτερεύω, γίνομαι καλύτερος
    ⮡  The garden is coming along very nicely!
    Ο κήπος πάει πολύ καλά!
    ⮡  Your English is really coming along!
    Τα Αγγλικά σου καλυτερεύουν πολύ!
    ⮡  -“How’s business?” -“Business is coming along.”
    -«Πώς πάνε οι δουλειές;» -«Οι δουλειές καλυτερεύουν

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Πρόθεση

επεξεργασία

along (en)

  1. κατά μήκος, καθ' όλο το μήκος, δίπλα σε, πλάι σε, από το ένα άκρο στο άλλο άκρο του κάτι ή από το ένα άκρο προς το άλλο άκρο κάτι· σε μια γραμμή που ακολουθεί την πλευρά του κάτι
    ⮡  There are many stores along the road.
    Υπάρχουν πολλά μαγαζιά κατά μήκος του δρόμου.
    ⮡  The forest stretches along the road.
    Κατά μήκος του δρόμου απλώνεται το δάσος.
    ⮡  There were trees all along the road.
    Υπάρχουν δέντρα καθ' όλο το μήκος του δρόμου.
    ⮡  The trail runs along the cliff edge.
    Το μονοπάτι περνάει δίπλα στην άκρη του γκρεμού.
    ⮡  We planted flowers along the fence.
    Φυτέψαμε λουλούδια δίπλα στον φράχτη.
    ⮡  Our reinforcements were deployed along the river.
    Οι ενισχύσεις μας αναπτύχθηκαν πλάι στο ποτάμι.
     συνώνυμα:  down
  2. που βρίσκεται σε κάτι μακρύ
    ⮡  You’ll find his office somewhere along the corridor.
    Θα βρείτε το γραφείο του κάπου στον διάδρομο.
    ⮡  The child dropped his toy somewhere along the walk.
    Το παιδί έριξε το παιχνίδι του κάπου στη βόλτα.

Εκφράσεις

επεξεργασία