• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

allocate

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ρήμα

Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

allocate < δημώδης λατινική allocare

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈæl.ə.keɪt/

  ΡήμαΕπεξεργασία

ενεστώτας allocate
γ΄ ενικό ενεστώτα allocates
αόριστος allocated
παθητική μετοχή allocated
ενεργητική μετοχή allocating

allocate (en)

  1. κατανέμω
  2. προορίζω
  3. (πληροφορική) δεσμεύω
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=allocate&oldid=5308906"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 19:44
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 19:44.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie