action
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
action (en)
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
action | actions |
action (fr) θηλυκό
action (en)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
action | actions |
action (fr) θηλυκό