πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική die Omi die Omis
γενική der Omi der Omis
δοτική der Omi den Omis
αιτιατική die Omi die Omis

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈoːmi/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Omi (de) θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία