Ετυμολογία

επεξεργασία
Mamurius < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Mamurius αρσενικό

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική Mamurius
-
γενική Mamuriī & Mamuri
-
δοτική Mamuriō
-
αιτιατική Mamurium
-
κλητική Mamuri
-
αφαιρετική Mamuriō
-
(β' κλίση)
  1. από το όνομα του τεχνίτη (Mamurius Veturius) που κατασκεύασε τις τελετουργικές ασπίδες (ancilia) που κρεμούσαν στον ναό του Άρη.