Bonn
Γερμανικά (de)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | das | Bonn | — | |
γενική | des | Bonns | — | |
δοτική | dem | Bonn | — | |
αιτιατική | das | Bonn | — |
Προφορά
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαBonn (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό
- πρώην πρωτεύουσα της Γερμανίας, η Βόννη
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαBonn (it)
- πρώην πρωτεύουσα της Γερμανίας, η Βόννη
Φινλανδικά (fi)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Bonn < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαBonn θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [1], [2]
Σουηδικά (sv)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Bonn < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαBonn αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [3]