ενικός         πληθυντικός  
-technique -techniques

  Ετυμολογία

επεξεργασία
-technique < αρχαία ελληνική τέχνη

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /tɛk.nik/

  Επίθημα

επεξεργασία

-technique (fr) θηλυκό