électrotechnique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
électrotechnique | électrotechniques |
Επίθετο
επεξεργασίαélectrotechnique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
électrotechnique | électrotechniques |
électrotechnique (fr) αρσενικό ή θηλυκό