Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἐπὶ τέλους < μεσαιωνική ελληνική ἐπὶ τέλους[1][2] ή συμφυρμός των φράσεων από την αρχαία ελληνική ἐπὶ τέλος (στο τέλος) & διὰ τέλους (μέχρι το τέλος, τελείως)[3]

  Επίρρημα επεξεργασία

ἐπὶ τέλους

  Μεταφράσεις επεξεργασία

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἐπὶ τέλους < ἐπί + τέλους (γενική ενικού του τέλος)

  Επίρρημα επεξεργασία

ἐπὶ τέλους

  • τελικά, στο τέλος, επιτέλους
    ※  12ος μ.Χ αιώνας Ἰωάννης Κίνναμος, Ἐπιτομή, 144 (σλ. 53)
    ἀλλὰ γὰρ ἡ πρόνοια πάντα ἐς ὅπερ ἂν αὕτη θέλει ἄγει καὶ στρέφει τὰ ἀνθρώπεια. καίτοι εἰς τοῦτο τύχης Ῥωμαίοις ἐλθοῦσι νικᾶν ὅμως ἐπὶ τέλους ἐγένετο. ἔφθη μὲν γὰρ ὁ ∆ούκας ἐπί τι τῶν ἐκ λίθου πεποιημένων τειχέων πεφευγώς, ἃ πρὸ τῶν πυλῶν εἴθισται τιτάνου ἄνευ ἤ τινος ἄλλης ἐπιχρίσεως τοὺς λειμῶνας περιζωννύειν, ἐνταῦθα περισεσῶσθαι.

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ἐπί τέλουςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
  3. ἐπί τέλους - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας