Ἄβαρνος
Αρχαία ελληνικά (grc) Επεξεργασία
Πτώση | Ενικός |
---|---|
Ονομαστική | Ἄβαρνος |
Γενική | Ἀβάρνου |
Δοτική | Ἀβάρνῳ |
Αιτιατική | Ἄβαρνον |
Κλητική | Ἄβαρνε |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Ἄβαρνος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Ἄβαρνος θηλυκό
- (τοπωνύμιο) άλλη μορφή του Ἀβαρνίς
- ※ Τὰ εἰς <νις> ὑπερδισύλλαβα συμφώνῳ παραληγόμενα ὀξύνεται, <Ἀβαρνίς> πόλις καὶ χώρα καὶ ἄκρα τῆς Παριανῆς. (…) λέγεται δὲ καὶ Ἄβαρνος. (Αίλιος Ηρωδιανός, Περὶ καθολικῆς προσωδίας, 3, 1, 96, 26 – 27, 3, 1, 96, 35)