↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἀνθηδονί
      γενική τῆς Ἀνθηδονίᾱς
      δοτική τῇ Ἀνθηδονί
    αιτιατική τὴν Ἀνθηδονίᾱν
     κλητική ! Ἀνθηδονί
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀνθηδονία < Ἀνθηδών, Ἀνθηδόν(ος) + -ία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀνθηδονία θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. νησί της Ελλάδας, πρώην ονομασία του Πόρου
  2. (ελληνιστική κοινή) η περιοχή της Ἀνθηδόνος στη Βοιωτία

Συγγενικά

επεξεργασία