Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀπάκιν ήδη από τον 7ο αιώνα < λείπει η ετυμολογία
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: νέα ελληνικά: απάκι

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀπάκιν ουδέτερο (και σήμερα σε χρήση)

  1. (γαστρονομία) κρέας από την περιοχή των νεφρών του ζώου, συνήθως καπνιστό ή παστό
    ※  12ος αιώνας Πτωχοπρόδρομος, ανωνύμου, (τέσσερα επαιτικά ποιήματα), Ποίημα Δ', στίχ. 166 (166-168) @anemi.lib.uoc.gr
    Εἰς τοῦ πατρός μου τὸ κελλὶν ἀκρόπαστον ἀπάκιν
    σύμπλευρον ἐμαγείρευον, σύλλαρδον, ἐκ τὰ ἐξεύρεις,
    καὶ θέντες καὶ τὴν τράπεζαν ἐκάθισαν νὰ φάγουν.
    D. C. Hesseling & Hubert Pernot (επιμ.), Poèmes prodromiques en grec vulgaire [Verhandelingender Koninklijke Akademie van Wetenschappen te Amsterdam, Afdeeling Letterkunde, Nieuwe Reeks, Deel XI, No 1], Johanes Müller, Amsterdam 1910.
    ※  14ος αιώνας, Διήγησις παιδιόφραστος τῶν τετραπόδων ζώων, ανωνύμου, στίχ. 379 (379-380), στο Wilhelm Wagner, (επιμ.), Carmina graeca medii aevi, Teubner, Λειψία 1874, σ. 141-178.
    λουκάνικα ἀπάκια, πλευρὰς παχυλαρδάτας,
    καὶ πασπαλάδες λιπαρὰς καὶ παραγεµισµένας.
    ※  17ος αιώνας Μάρκος-Αντωνίος Φώσκολος, Φορτουνάτος, έμμετρη κωμωδία, Πράξη Ε', Σκηνή 2η, στίχ. 70 @anemi.lib.uoc.gr
    ἀπάκια καὶ λουκάνικα ἔχομεν ὅσα θέλω,
    Φώσκολος, Μάρκος Αντώνιος,1597-1662, Φορτουνάτος :Κωμωδία ανέκδοτος /Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, το πρώτον εκ του αυτόγραφου του ποιητού εκδιδομένη υπό Στεφ. Ξανθουδίδου, εκδόσεις: ¨Ελευθερουδάκης¨, Αθήνα 1922, σελ. 164.
  2. (ανατομία) οι μυς του σώματος που βρίσκονται γύρω από τα νεφρά

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Κλιτικοί τύποι

επεξεργασία
  • ἀπάκια (ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού)

Εκφράσεις

επεξεργασία