Ετυμολογία

επεξεργασία
Սիմոնյան < Սիմոն (Simon, Σιμόν) + -յան (-yan, -ιάν)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /simɔnˈjɑn/
ΔΦΑ : /simɔnˈjɑn/ (δυτική αρμενική)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Սիմոնյան (hy) (Simonyan) αρσενικό ή θηλυκό

Απόγονοι

επεξεργασία

Սիմոնյան (αρμενικά)

αγγλικά: Simonyan, Simonian
γαλλικά: Simonian
γερμανικά: Simonian, Simonjan
γεωργιανά: სიმონიანი (simoniani)
νέα ελληνικά: Σιμονιάν
ισπανικά: Simonian
ολλανδικά: Simonjan
πορτογαλικά: Simonian (Βραζιλία)
ρωσικά: Симонян (Simonján), Симоньян (Simonʹján)
σουηδικά: Simonyan, Simonian, Simonjan
τσεχικά: Simonjan
τουρκικά: Simonyan