Simonian
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
Simonian | Simonians |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαSimonian αρσενικό ή θηλυκό
- (ιστορία, θρησκεία) οπαδός του Simon Magus (Σίμων ο Μάγος [1ος αι.])
- (ιστορία, θρησκεία) μέλος αίρεσης της πρωτοχριστιανικής Εκκλησίας
Ετυμολογία 2
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
Simonian | Simonians |
- Simonian : αρμενική ς προέλευσης
Ουσιαστικό
επεξεργασίαSimonian αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο), άλλη μορφή του Simonyan
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαSimonian αρσενικό ή θηλυκό
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαSimonian αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) αρμενική ς προέλευσης, αντίστοιχο των γερμανικών επωνύμων Simon και Simons
Άλλες μορφές
επεξεργασία
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαSimonian αρσενικό ή θηλυκό
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαSimonian αρσενικό ή θηλυκό
Αναφορές
επεξεργασία
Πορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαSimonian αρσενικό ή θηλυκό
Σουηδικά (sv)
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαSimonian αρσενικό ή θηλυκό