Αρμενικά (hy) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Դեմիրճյան < επάγγελμα στην οθωμανική τουρκική دمیرجی‎ (demirci, σιδεράς), στα τουρκικά demirci + -յան (-yan)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /dɛmiɾt͡ʃˈjɑn/
ΔΦΑ : /tʰɛmiɾd͡ʒˈjɑn/ (δυτική αρμενική)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Դեմիրճյան (hy) (Demirčyan) αρσενικό ή θηλυκό

Απόγονοι επεξεργασία

Դեմիրճյան (αρμενικά)

νέα ελληνικά: Ντεμιρτσιάν, Δεμιρτζιάν
αγγλικά: Demirchyan, Demirchian, Demirjian, Demirtchyan
αραβικά: دميرجيان
γαλλικά: Demirjian
ισπανικά: Demirchian, Demirjian
πορτογαλικά: Demirchian

Μεταγραφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία