დემირჭიანი
Γεωργιανά (ka)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- დემირჭიანი < μεταγραφή για την αρμενική Դեմիրճյան (Demirčyan, Ντεμιρτσιάν)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /demirt͡ʃʼiani/ & /d̥emiɾt͡ʃʼiani/
Μεταγραφή
επεξεργασίαდემირჭიანი (ka) (demirč̣iani) αρσενικό ή θηλυκό
Άλλες μορφές
επεξεργασία- დემირჯიანი (demirǯiani)