Ετυμολογία

επεξεργασία
Գավաֆյան < οθωμανική τουρκική قواف (kavaf, παπούτσι) (στην τουρκική γλώσσα kavaf) + -յան (-yan)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɡɑvɑfˈjɑn/
ΔΦΑ : /kʰɑvɑfˈjɑn/ (δυτική αρμενική)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Գավաֆյան (hy) (Gavafyan) αρσενικό ή θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Απόγονοι

επεξεργασία

Գավաֆյան (αρμενικά)

αγγλικά: Gavafian, Kavafyan Kavafian
βουλγαρικά: Кавафян (Kavafján)
γαλλικά: Kavafyan, Kavafian
γερμανικά: Kavafyan
ισπανικά: Kavafian
περσικά: گاوافیان
σουηδικά: Gavafian
τουρκικά: Kavafyan
τουρκικά: Kavafyanoğlu, αγγλικά: Kavafyanoglu

Μεταγραφές

επεξεργασία