ψωμο-
(Ανακατεύθυνση από ψωμό-)
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ψωμο- < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ψωμο- < ψωμ(ί) + -ο-
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pso.mo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ψω‐μο-
Πρόθημα επεξεργασία
ψωμο- & ψωμό-
Σύνθετα επεξεργασία
- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα ψωμο- στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα ψωμό- στο Βικιλεξικό
- ψωμο - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πρόθημα επεξεργασία
ψωμο- & ψωμό-