Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φαντεζί < (λόγιο δάνειο) γαλλική fantaisie < αρχαία ελληνική φαντασία (αντιδάνειο) [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /fan.deˈzi/
ΔΦΑ : /fan.teˈzi/ (πλησιέστερα στη γαλλική προφορά /fɑ̃.tɛ.zi/)
τυπογραφικός συλλαβισμός: φαν‐τε‐ζί (ως ξένη λέξη)

  Επίθετο επεξεργασία

φαντεζί άκλιτο

Άλλες γραφές επεξεργασία

  • φανταιζί (παρωχημένηγ γραφή κατά τα γαλλικά')

Συγγενικά επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

φαντεζί

  • με φαντεζί τρόπο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία