Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φέιγ βολάν < (άμεσο δάνειο) γαλλική feuille volante (γαλλική προφορά fœj vɔ.lɑ̃t) < feuille (φύλλο, θηλυκό), volante (ιπτάμενη), θηλυκό του volant (ιπτάμενος, γαλλική προφορά vɔ.lɑ̃) με αλλαγή προφοράς

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈfei̯ʝ voˈlan/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φέιγ βολάν ουδέτερο άκλιτο

  • φυλλάδιο (συνήθως μονοσέλιδο ή ολιγοσέλιδο)

  Μεταφράσεις επεξεργασία