ενικός         πληθυντικός  
flyer flyers

  Ετυμολογία

επεξεργασία
flyer < fly + -er

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

flyer (en)

  1. που βρίσκεται σε πτήση (συνήθως συχνά)
  2. το φυλλάδιο συνήθως μονοσέλιδο ή ολιγοσέλιδο, φέιγ βολάν
    ⮡  The technical characteristics are detailed in this flyer.
    Τα τεχνικά χαρακτηριστικά περιγράφονται λεπτομερώς σ' αυτό το φυλλάδιο.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη brochure