• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

feuille

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.2 Σύνθετα

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

feuille < fueille, foille < folia στη λατινική

  ΠροφοράΕπεξεργασία

  (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

feuille (fr) θηλυκό (πληθυντικός: feuilles)

  1. το φύλλο
  2. η κόλλα

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • feuil
  • feuillage
  • feuillagiste
  • feuillaison
  • feuillant - feuillantine
  • feuillard
  • feuillé
  • feuillée
  • feuillet
  • feuilleret
  • feuillet
  • feuilletage
  • feuilleté
  • feuilleter
  • feuilletis
  • feuilleton
  • feuilletonesque
  • feuilletoniste
  • feuillette
  • feuillu
  • feuillure

ΣύνθεταΕπεξεργασία

  • feuille-morte
  • feuille volante
  • millefeuille, mille-feuille
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=feuille&oldid=5635713"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Νοεμβρίου 2022, στις 06:19
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Νοεμβρίου 2022, στις 06:19.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie